Ψηλά στην
Καλλιδρομίου βρίσκεται το βιβλιοπωλείο των Εκδόσεων των Συναδέλφων. Η
μεγάλη βιτρίνα του αφήνει το φως να μπαίνει δημιουργώντας έναν ζεστό
χώρο περιτριγυρισμένο από βιβλία. Τι άλλο; Ήταν Σάββατο όταν το
επισκεφθήκαμε και έξω είχε στηθεί η λαϊκή αγορά της γειτονιάς. «Κάθε
Σάββατο γινόμαστε mall… Έρχεσαι παίρνεις τα βιβλία σου, παίρνεις και
κολοκυθάκια» μας ανέφερε ο Κώστας, ο γραφίστας του εκδοτικού οίκου, που ανέλαβε να μας μιλήσει για το εγχείρημα.
Προερχόμενα από τον κλάδο του βιβλίου, τα 8 μέλη της
κολεκτίβας οργανώθηκαν μέσω του σωματείου τους και ξεκίνησαν την έκδοση
βιβλίων ως ένα είδος παρέμβασης. «Το πρώτο βιβλίο τυπώθηκε εκ των εν
όντων με πίστωση από το τυπογραφείο. Πουλήσαμε κάποια αντίτυπα,
ξοφλήσαμε το τυπογραφείο, έμειναν κάποια λεφτά στο σωματείο και κάποια
πήγαν για να τυπωθεί το δεύτερο βιβλίο».
Αυτή ήταν η αρχή
του εκδοτικού οίκου των Εκδόσεων Συναδέλφων, μιας επιχείρησης
αλληλέγγυας οικονομίας με τα χαρακτηριστικά που αυτό υπονοεί. Η
ιδιοκτησία του μαγαζιού είναι συλλογική: «Σε κανέναν δεν ανήκει τίποτα
εδώ μέσα. Αν αύριο το πρωί εγώ φύγω από το εγχείρημα, θα φύγω παίρνοντας
την τσάντα μου. Δεν υπάρχει καθόλου ατομική ιδιοκτησία, μόνο συλλογική.
Αν το διαλύσουμε, ότι υπάρχει στο μαγαζί θα πάει σε κάποιον ευγενή
σκοπό. Δεν θα τα πουλήσουμε και μετά θα μοιράσουμε τα λεφτά. Το μόνο που
δικαιούμαστε είναι η αρχική μας συνεταιριστική μερίδα».
Οι αποφάσεις λαμβάνονται
με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες: «Κάθε βδομάδα μαζευόμαστε και κάνουμε
συνέλευση. Ο καθένας εκφράζει τη γνώμη του και προσπαθούμε να
αποφασίζουμε δια της συναίνεσης. Όπου αυτό δεν είναι
εφικτό και μας μπλοκάρει, καταλήγοντας να το συζητάμε για μία ή δύο
συνελεύσεις, μπορεί να κάνουμε και ψηφοφορία. Συζητάμε τα πάντα στις
συνελεύσεις: Τι βιβλία θα βγάλουμε; Πώς θα τα βγάλουμε; Πώς θα τα
χρηματοδοτήσουμε; Πώς θα τα διακινήσουμε; Αλλά και πιο πεζά θέματα, όπως
ας πούμε το ότι πρέπει να καθαρίσουμε το μαγαζί».
Για έναν εκδοτικό οίκο η πιο σημαντική απόφαση είναι
σίγουρα το ποια βιβλία θα εκδώσει. Με ποια κριτήρια λοιπόν κάνουν τις
επιλογές τους; «Εμείς εκδίδουμε όλα τα είδη των βιβλίων, αν και έχουμε
μία κλίση προς τη θεωρία, το δοκίμιο και το πολιτικό βιβλίο. Όταν
πρόκειται για αυτό το είδος βιβλίων, θέλουμε να είναι καλογραμμένα και
τεκμηριωμένα. Τώρα, όταν πρόκειται για λογοτεχνία είναι πολύ
υποκειμενικά τα κριτήρια. Να μας αρέσει το γράψιμο και να ταιριάζει
κάπως στον χαρακτήρα μας. Υπάρχουν βέβαια κάποια δεν και μη. Δεν θα
εκδίδαμε ένα βιβλίο με περιεχόμενο εθνικιστικό, ρατσιστικό, ή σεξιστικό.
Αλλά δεν κάνουμε κάποιου είδους ιδεολογική λογοκρισία. Θα μπορούσαμε να
βγάλουμε και ένα βιβλίο με το οποίο δεν συμφωνούμε ιδεολογικά».
Ο καπιταλισμός έχει
μεγάλο στομάχι και τα χωνεύει όλα. Όμως δεν μπορούμε να μην κάνουμε κάτι
επειδή ελλοχεύει ο κίνδυνος της αφομοίωσης, γιατί τότε θα είμαστε σαν
τους Πειρατές στον Αστερίξ.
Στο κείμενο της αυτοπαρουσίασής τους αναφέρουν πως
είναι μια αυτοδιαχειριζόμενη κοινότητα για την προώθηση ενός
διαφορετικού πολιτισμού και μιας άλλης σχέσης με το βιβλίο. «Για εμάς το
βιβλίο δεν είναι απλώς ένα εμπόρευμα. Είναι ένα μέσο διάδοσης ιδεών,
τέχνης, αισθητικής και γνώσης, άρα δεν μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε
όπως όλα τα άλλα προϊόντα. Είναι αλήθεια ότι τις τελευταίες δεκαετίες
αντιμετωπιζόταν από τους κλασσικούς εκδότες ως ένα εμπορικό προϊόν, εξ
ου η έννοια του best seller και το φαινόμενο ένα βιβλίο μετά από τρεις
μήνες να θεωρείται παλιό. Όλο αυτό ήταν απότοκο της φούσκας που έγινε
στον κλάδο από τα μέσα της δεκαετίας του ‘90 μέχρι την αρχή της κρίσης.
Όσοι έβγαλαν χρήματα την περίοδο της ισχυρής Ελλάδας έπρεπε να δείξουν
ότι ξέρουν και γράμματα, οπότε έπρεπε κάτι να διαβάζουν. Επειδή όμως δεν
τους ήταν εύκολο, γιατί δεν είχαν μάθει ποτέ, βγήκε εκείνο το είδος της
λογοτεχνίας το πιο ελαφρό, το οποίο εκτινάχθηκε. Κάποιοι άλλοι έπαιρναν
βιβλία επειδή έφτιαχναν τα σπίτια τους και ήθελαν να στολίσουν τις
βιβλιοθήκες τους. Δεν νομίζω να τα είχαν ανοίξει ποτέ. Τα έπαιρναν με
κριτήριο αν τους άρεσε το εξώφυλλο και η ράχη. Κάτι να ταιριάζει με τον
καναπέ και με τα χρώματα στους τοίχους».
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετώπισαν μέχρι τώρα
ήταν οι συνθήκες μέσα στις οποίες έστησαν το εγχείρημά τους: «Ξεκινήσαμε
με μηδενικό κεφάλαιο. Ήμασταν απολυμένοι και άνεργοι. Αυτό είναι το
μεγαλύτερο πρόβλημα που μπορεί να υπάρχει».
Η γραφειοκρατία ήταν ένα ακόμη: « Ήμασταν και από τις
πρώτες Κοιν.Σ.Επ., με το που έγινε ο νόμος και άνοιξε το μητρώο στο
Υπουργείο. Ήταν Μ. Πέμπτη του 2012, το θυμάμαι πολύ καλά. Πήγαινες
λοιπόν στην εφορία και έλεγες είμαι Κοιν.Σ.Επ. και σε κοιτάζανε….
Ενδεχομένως αν τους έλεγες είμαι Αρειανός να σε κοίταζαν πιο καλά. Δεν
είχαν ιδέα. Ή πήγαινες σε μια δημόσια υπηρεσία, όπου τα συστήματα είχαν
προεπιλεγμένες νομικές μορφές στις οποίες δεν συμπεριλαμβανόταν η
Κοιν.Σ.Επ., και σου έλεγε ο υπάλληλος “Και που να σε βάλω τώρα;”. Έτσι,
για άλλες δημόσιες υπηρεσίες είμαστε αστικός μη κερδοσκοπικός
συνεταιρισμός, για άλλες είμαστε κερδοσκοπικός, ανάλογα με το τι
μπορούσε να περάσει ο καθένας στον υπολογιστή του».
Η ανυπαρξία άμεσης κοινωνικής διασύνδεσης των
εγχειρημάτων, δηλαδή ένας ανοικτός διάλογος με τους καταναλωτές,
οφείλεται σύμφωνα με τον Κώστα στον μικρό αριθμό των εγχειρημάτων:
«Έχουν μία αυξητική τάση τα τελευταία χρόνια αλλά δεν ξέρω πόσα από αυτά
είναι πραγματικά εγχειρήματα συνεργατικής λογικής και της αλληλέγγυας
οικονομίας και όχι φωτοβολίδες που προσδοκούν μελλοντικές επιχορηγήσεις.
Τα εγχειρήματα που λειτουργούν πράγματι σύμφωνα με τις αρχές της
αλληλέγγυας οικονομίας, δηλαδή χωρίς αφεντικό, χωρίς ατομική ιδιοκτησία,
με συλλογικές αποφάσεις στη βάση του ένα μέλος μία ψήφος, είναι πολύ
λίγα. Οπότε δεν μπορούμε να μιλάμε για διασύνδεση με την κοινωνία. Τώρα
είμαστε σταγόνα στον ωκεανό».
Αυτά τα λίγα εγχειρήματα μπορούν να χωριστούν σε
τρεις κατηγορίες, μας λέει ο Κώστας: «Υπάρχουν τα τελείως ψεύτικα.
Υπάρχουν τα παιδιά που δημιουργούν κολεκτίβες, ως μια εναλλακτική στη
σημερινή κατάσταση, και σταματούν εκεί. Τους αρκεί αυτό. Και οι
κολεκτίβες που έχουν και πολιτικό πρόταγμα. Εμείς θεωρούμε, ελπίζουμε,
προσπαθούμε να ανήκουμε στις τελευταίες. Το ζητούμενο είναι να είμαστε
εκτός συστήματος και ενάντια σε αυτό, αλλά δεν νομίζω ότι το έχουμε
καταφέρει. Αυτό θα μπορούσε να γίνει αν ήμασταν πολλοί και δρούσαμε
παράλληλα αλλά και ανταγωνιστικά στο σύστημα».
«Και που θα μπορούσε να οδηγήσει αυτό;» ρωτάμε.
«Τα εγχειρήματα αυτοδιαχείρισης από μόνα τους δεν είναι ικανά να
αλλάξουν τον κόσμο. Είμαστε αναγκαία συνθήκη, αλλά όχι ικανή. Άλλοι
παλεύουν το σύστημα οργανωμένοι σε πολιτικά κόμματα, άλλοι σε πολιτικές
ομάδες. Βεβαίως δεν θεωρούμε ότι υπάρχει και κάτι άλλο, το οποίο από
μόνο του αποτελεί ικανή συνθήκη. Μάλλον τα δικά μας τα εγχειρήματα είναι
ένα ρυάκι, που μαζί με άλλα ρυάκια θα ενωθούμε κάποτε σε ένα μεγάλο
ποτάμι που θα πάρει μπάλα το σύστημα. Είμαστε όλοι μέρους του ίδιου
κινήματος».
Ο αντισυστημικός προσανατολισμός του εγχειρήματος
φαίνεται και από τις προσδοκίες τους σε θεσμικό επίπεδο: «Βασικά, αυτό
που θέλουμε από το κράτος είναι να μας αφήσει ήσυχους. Να μας δώσει
χώρο. Ή μάλλον παλεύουμε να τον κερδίσουμε, δεν θέλουμε να μας δώσει
κανείς τίποτα. Αλλά δεν έχουμε αυταπάτες. Σήμερα μπορεί τα πράγματα να
είναι λίγο πιο ευνοϊκά, αύριο μπορεί να μην είναι. Μπορεί αύριο να μας
κυνηγήσουν. Παρ’ όλα αυτά, ενδεχομένως να έχουμε και κάποια αιτήματα σε
θεσμικό επίπεδο, όπως κάποια «κίνητρα» για τις πραγματικά συνεργατικές
επιχειρήσεις, και το ξαναλέω γιατί υπάρχει πάρα πολύ λαμόγιο στο χώρο.
Άρα ταυτόχρονα θα χρειαζόταν και κάποιος έλεγχος για το ποιες είναι
πραγματικά συνεργατικές επιχειρήσεις. Αυτό ιδανικά θα πρέπει να το
κάνουμε εμείς οι ίδιοι και όχι το κράτος, όχι κάποιος γραφειοκράτης στο
υπουργείο που δεν ξέρει τι του γίνεται και το μόνο που ζητάει είναι
χαρτιά και καταστατικά».
Τον καπιταλισμό και τη δύναμή του να αφομοιώνει τις
καινούργιες ιδέες, τον φοβούνται; «Ο καπιταλισμός έχει μεγάλο στομάχι
και τα χωνεύει όλα. Όμως δεν μπορούμε να μην κάνουμε κάτι επειδή
ελλοχεύει ο κίνδυνος της αφομοίωσης, γιατί τότε θα είμαστε σαν τους
Πειρατές στον Αστερίξ. Θα βουλιάζουμε το σκάφος για να μην μας το
βουλιάξει ο Οβελίξ. Δηλαδή, θα αυτοαφομοιωνόμαστε για να μην
αφομοιωθούμε. Ο κίνδυνος λιγοστεύει όσο πιο σαφής είναι η δομή που έχεις
φτιάξει και αυστηρές οι αρχές με βάση τις οποίες λειτουργείς. Αν
γίνουμε αριθμητικά περισσότεροι, πολύ στενά μεταξύ μας δικτυωμένοι,
φτιάξουμε τις δικές μας δομές, τη δική μας εσωτερική μικροοικονομία και
τα δικά μας ταμεία αλληλεγγύης, όταν κάποια στιγμή μας επιτεθεί το
σύστημα, γιατί θα γίνει και αυτό, θα έχουμε τους αμυντικούς μηχανισμούς
για να μπορέσουμε να επιβιώσουμε, να αντιπαρατεθούμε, να συγκρουστούμε».
Info: Eκδόσεις των Συναδέλφων, Καλλιδρομίου 30, Αθήνα, Τηλέφωνο: 210 3818840, www.ekdoseisynadelfwn.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου